Στο κέντρο του λαιμού του ανθρώπου, βρίσκεται ένα εξόγκωμα, γνωστό ως “καρύδι”. Αυτό είναι ο λάρυγγας, η αρχή της αναπνευστικής οδού και το όργανο που φιλοξενεί τις φωνητικές χορδές. Από την είσοδο του λάρυγγα και κάτω, δεν επιτρέπεται να κατεβαίνει τίποτε άλλο εκτός από αέρα. Στο πάνω μέρος του ο λάρυγγας διαθέτει ένα χόνδρινο “καπάκι” που λέγεται “επιγλωττίδα”. Η επιγλωττίδα παίζει το ρόλο του φρουρού του αναπνευστικού συστήματος, καθώς κατεβαίνει ταχύτατα και κλείνει την είσοδο του λάρυγγα σε κάθε κατάποση, έτσι ώστε τροφή και υγρά να κατέβουν πίσω από την επιγλωττίδα και το λάρυγγα προς τον οισοφάγο και από εκεί στο στομάχι. Η επιγλωττίδα για την κίνησή της αυτή έλκεται προς τα κάτω από λεπτούς μυς που βρίσκονται δεξιά και αριστερά της.
Όταν κάποιος ασθενής αρχίζει και αντιμετωπίζει προβλήματα με την κινητικότητα, είτε αυτά οφείλονται σε εγκεφαλικό επεισόδιο, είτε σε εξωπυραμιδική διαταραχή τύπου Parkinson, είτε σε φθορά του νευρικού συστήματος λόγω γήρατος, η κάθοδος της επιγλωττίδας και το σφράγισμα της εισόδου του λάρυγγα κατά την κατάποση διαταράσσεται. Έτσι η επιγλωττίδα κατά την κατάποση κατέρχεται νωθρά ή και μονόπλευρα, αφήνοντας μικρή ή μεγάλη δίοδο για διείσδυση τροφών.
Ο πνεύμονας δεν μπορεί να διαχειρισθεί τροφές. Έτσι κάθε ποσότητα που κατεβαίνει, μικρή ή μεγάλη, προκαλεί φλεγμονή που λέγεται βρογχοπνευμονική εστία. Καθώς όμως οι εισροφήσεις σε αυτούς τους ασθενείς είναι καθημερινό φαινόμενο και όχι περιστασιακό, όπως π.χ. σε φυσιολογικά άτομα όταν “στραβοκαταπίνουν”, με τον καιρό ο πνεύμονας γεμίζει τέτοιες εστίες και έχει αυξημένες εκκρίσεις με πύον, σε μια προσπάθεια να “καθαρίσει” αυτές τις εστίες. Οι εκκρίσεις αυξάνονται τόσο που γίνονται αντιληπτές από τους οικείους του ασθενούς, οι οποίοι συχνά ζητούν βοήθεια για αναρρόφηση αυτών των εκκρίσεων με ειδική αντλία.
Το φαινόμενο των εισροφήσεων στους ηλικιωμένους δεν είναι εύκολα αναγνωρίσιμο από τους οικείους τους. Το ότι βήχουν κατά τη σίτιση, εκλαμβάνεται ως αντίστοιχο με αυτό που συμβαίνει σε νεαρά και φυσιολογικά άτομα. Μόνο που στην τελευταία περίπτωση η εισρόφηση είναι περιστασιακό φαινόμενο, ενώ στους ηλικιωμένους που εισροφούν συμβαίνει σε κάθε γεύμα.
Ακτινολογικά παρατηρούμε βρογχοπνευμονικά διηθήματα στον δεξιό κάτω πνευμονικό λοβό. Τα ευρήματα είναι πιο έκδηλα στην αξονική τομογραφία θώρακος.
Η υγεία ενός τέτοιου ασθενούς βαίνει βαθμιαία επιδεινούμενη. Ούτε αυτό όμως συσχετίζεται άμεσα από τους οικείους με τις εισροφήσεις. Θεωρούν ότι ο ασθενής επιδεινώνεται λόγω του ότι εξελίσσεται η χρόνια νόσος του, επέρχεται το γήρας ή παθαίνει “νέα εγκεφαλικά”.
Η αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης συνίσταται στη θεραπεία των βρογχοπνευμονικών εστιών με αντιβιοτικά και παράλληλα στην περαιτέρω αποφυγή εισόδου τροφών στους πνεύμονες. Δύο είναι οι τρόποι: Το λεβάιν σίτισης και η γαστροστομία. Εξ αυτών το λεβάιν σίτισης μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο προσωρινά, καθώς έχει πολλά μειονεκτήματα και δεν πρέπει να αποτελεί μόνιμη λύση.
ΗΛΙΑΣ ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ