Πόσο νερό πρέπει να δίνουμε;
Αν ο ασθενής μας επικοινωνεί και συνεννοείται, μας λέει εκείνος πότε διψάει. Το κέντρο της δίψας είναι συνήθως (εκτός από περιπτώσεις εγκεφαλικής δυσλειτουργίας) αλάνθαστο ως προς τις ποσότητες νερού που μας επιβάλλει να προσλάβουμε.
Έτσι, αν ο ασθενής μας πει πως διψάει, του δίνουμε μέσω του σωλήνα της γαστροστομίας ένα ποτήρι νερό (είπαμε πως ΔΕΝ ΜΕΤΡΑΜΕ ΣΥΡΙΓΓΕΣ) και αμέσως ξεδιψάει. Αν διψάει ακόμη, του δίνουμε και δεύτερο ποτήρι!
Αν όμως ο ασθενής δεν έχει τη δυνατότητα της επικοινωνίας, χρησιμοποιούμε έμμεσα σημεία για να καταλάβουμε πόσο επί πλέον νερό χρειάζεται (λέμε “επί πλέον” διότι οι τροφές που βρίσκονται σε υδραρή μορφή, έχουν μια σημαντική ποσότητα νερού).
Θεωρώντας πως οι περισσότεροι ασθενείς έχουν μια σχετικά φυσιολογική νεφρική λειτουργία (εξαιρούνται όσοι έχουν ανάγκη αιμοκάθαρσης), η ποσότητα των ούρων είναι ανάλογη με το νερό που προσλαμβάνουν. Έτσι, αν δούμε τα ούρα να λιγοστεύουν και να γίνονται σκούρα, προσθέτουμε 1-2 ποτήρια νερού, ενώ αν είναι άφθονα και ξανθά, το νερό είναι αρκετό.
Πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν ότι το καλοκαίρι, όταν το σώμα δροσίζεται με φυσικό αερισμό (ρεύμα αέρα, ανεμιστήρας κλπ), ο αέρας που περνάει από το δέρμα και το δροσίζει, του αφαιρεί νερό. Άρα σε τέτοιες συνθήκες οι ανάγκες για νερό μεγαλώνουν.
Γενικά ισχύει η εξίσωση:
Προσλαμβανόμενο νερό + το νερό που παράγει ο μεταβολισμός = ποσότητα των ούρων + άδηλες απώλειες (αναπνοή, δέρμα).
Συνήθως το νερό που παράγει ο μεταβολισμός είναι περίπου ίσο με τις άδηλες απώλειες. Εξαιρέσεις είναι οι εφιδρώσεις, οι διάρροιες και ο πυρετός.
Έτσι, αφαιρουμένων αυτών των δύο παραγόντων η εξίσωση απλουστεύεται ως εξής:
Προσλαμβανόμενο νερό = Ούρα.
Πόσα ούρα πρέπει να αποβάλλει ο άνθρωπος;
Χονδροειδώς μπορούμε να πούμε πως 400 κυβικά εκατοστά το 24ωρο είναι η ελάχιστη ποσότητα ούρων που απαιτείται για να διαλυθούν οι αποβαλλόμενες ουσίες.
Αν η ποσότητα των ούρων του 24ώρου είναι περίπου 1 κιλό (τότε τα ούρα έχουν χρώμα ανοικτό κίτρινο), είμαστε ήσυχοι πως η ποσότητα του νερού που χορηγούμε είναι υπερ-επαρκής. Αυτό το εκτιμούμε και χωρίς ζύγισμα (αν ο ασθενής δεν έχει ουροκαθετήρα) από το βάρος που έχουν οι πάνες και από το χρώμα τους.
Αν η ποσότητα είναι μικρότερη, προσθέτουμε 1-2 ποτήρια. Αν όμως είναι πολύ μεγαλύτερη, τότε είναι βέβαιο πως χορηγούμε υπερβολική ποσότητα νερού και πρέπει να τη μειώσουμε.
Έμμεσο σημείο που υποδηλώνει ελλιπή ποσότητα χορηγουμένου νερού, είναι η μειωμένη σπαργή του δέρματος (αν συλλάβουμε με τα δάχτυλά μας το δέρμα σε πτυχή και η πτυχή αυτή “στέκεται” όπως στέκεται το ζυμάρι).
Η ξηρότητα του βλεννογόνου του στόματος δεν είναι τόσο αξιόπιστο κριτήριο, καθώς πολλοί ασθενείς αναπνέουν με το στόμα και το ξεραίνουν.